|
Να αντισταθείτε σε έναν διεστραμ
This post is a rough translation from another language, see the original. Να αντισταθείτε σε έναν διεστραμ Γειά σου, εργάζομαι από μερικές εβδομάδες μέσα σε μια υπεραγορά και θεωρώ ότι ο νέος ιδιοκτήτης μου είναι ένας διεστραμμένος ναρκισσιστής που συμπαθεί προφανώς να ταπεινώσει τις υπαλλήλους του αυτόες εκβαθύνοντας με χέρια στους γλουτούς και φωνάζοντας σε τις μόλις κάτι δεν πηγαίνει. Ο καθένας κρύβεται μπροστά από τον, κανένας δεν απαντά και σύμφωνα με έναν συνάδελφο αυτό επιδεινώνει από μερικούς μήνες. Θα ήθελα να κρατήσω την εργασία μου, αλλά θα σας ήθελα επίσης να βρώ ένα μέσο να αντισταθεί σε αυτός ο imbécile. Τα όποια Συμβούλια μπορείτε να me δώσετε του να απαντήσετε χωρίς παίρνοντας το ρίσκο να me κάνετε να μεταφέρετε; Θεωρείτε ότι θα πρέπει αμέσως να μιλήσω αυτής της περίπτωσης σε μια ένωση για τα θύματα της ναρκισσιστικής διαστροφής ή θα ήταν άχρηστος; Όποιοι νόμοι μεταχειρίζονται αυτού του θέματος μέσα στον ποινικό κώδικα; Merci. >>> There may be more answers to this post, see the original discussion. أن يقاوم [برفرت] [نرسسّيستيك] (ar) Да се противопостави на narcissistic р (bg) Aby vydržely a narcissistic neprávě (cs) Til at modstå en narcissistic sådan (da) Einem entarteten Narzissmus standhalten (de) Να αντισταθείτε σε έναν διεστραμ (el) To resist a narcissistic pervert (en) Resistir a un perverso narcisista (es) منحرف بگذرانيم به مقاومت در برا (fa) On vastustaa näiden narcissistic (fi) Ya yi hamayya da narcissistic karkatar (ha) להתנגד א רקיסיסטי עוו (he) एक आत्ममोही स्वधर्मत् (hi) ELLENÁLLNI a narcissistic hitehagyott (hu) Resistere ad un narcisista perverso (it) 自己陶酔的な変質者に抵抗するため (ja) 자기애 배교자를 저항하기 위하여 (ko) Zich tegen een perverse narcist verzetten (nl) Å motstå en narcissistic bøie (no) Aby pozbyć się narcissistic spraw (pl) Opôr-se a um perverso narcisista (pt) sa reziste un Paste romanesti (ro) Сопротивлять narcissistic pervert (ru) da se odupre se pokreta Razvratnik (sr) Att motstå en narcissistic pervert (sv) ที่จะต่อต้านเป็นหลงใ (th) Karşı narcissistic bir sapığın (tr) متعرضہونا کو ایک narcissistic الٹنا (ur) 抵抗一位自恋的堕落者 (zh) There's no trackback at the moment.
[Games online]
[Last topics]
[Glossary]
[Help]
[Membership]
[About]
[Social network] [Hot news] [Discussions] [Seo forums] [Meet people] [Directory] |